Α΄ ΛΥΚΕΙΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΒΙΒΛΙΟ 2ο
ΚΕΦ.1Ο
§16-19
Και ο Αθηναίοι εξορμώντας με το στόλο
από τη Σάμο λεηλατούσαν την χώρα του βασιλιά (της Περσίας) και έπλεαν
απειλητικά κατά της Χίου και της Εφέσου και προετοιμάζονταν για ναυμαχία και
εξέλεξαν επιπλέον τον Μένανδρο, τον Τυδέα και τον Κηφισόδοτο ως στρατηγούς
κοντά στους ήδη υπάρχοντες. Παράλληλα ο Λύσανδρος ξεκινά με στόλο από τη Ρόδο
έχοντας δίπλα του τις ακτές της Ιωνίας για τον Ελλήσποντο με σκοπό να ματαιώσει
την αναχώρηση των πλοίων και να επαναφέρει στην κυριαρχία των Σπαρτιατών τις
πόλεις που είχαν αποστατήσει απ’ αυτούς. Και οι Αθηναίοι επίσης από την Χίο
ανοίγονταν στο πέλαγος· γιατί τα μικρασιατικά παράλια ήταν εχθρικά σ’ αυτούς. Ο
Λύσανδρος πάλι από την Άβυδο πλέοντας παράλληλα προς τις ακτές κατευθύνονταν
στην Λάμψακο που ήταν σύμμαχος των Αθηναίων· συνάμα οι Αβυδηνοί και οι
υπόλοιποι ακολουθούσαν με τα πόδια κατά μήκος της παραλίας· και ο Θώρακας ο
Λακεδαιμόνιος ήταν επικεφαλής. Στη συνέχεια αφού έκαναν επίθεση στην πόλη την
κυρίεψαν με έφοδο και οι στρατιώτες την λήστεψαν καθώς ήταν πλούσια και γεμάτη
από κρασί, δημητριακά και άλλα χρήσιμα πράγματα. Ο Λύσανδρος όμως άφησε σώους και
αβλαβείς όλους τους πολίτες.
ΚΕΦ.1Ο
§ 20-21
Οι Αθηναίοι εξάλλου πλέοντας από
κοντά με το στόλο τους αγκυροβόλησαν με
εκατόν ογδόντα πλοία στον Ελαιούντα της Χερσονήσου. Εκεί λοιπόν τα σχετικά με
την Λάμψακο γνωστοποιούνται σ’ αυτούς την ώρα που έτρωγαν για μεσημέρι και
αμέσως ανοίχτηκαν στο πέλαγος για τη Σηστό. Εκεί αφού εσπευσμένα εφοδιάστηκαν
με τρόφιμα κατευθύνθηκαν με το στόλο
τους στους Αιγός ποταμούς απέναντι από τη Λάμψακο· ο Ελλήσποντος σε εκείνο το
σημείο είχε πλάτος 15 στάδια. Εκεί λοιπόν έτρωγαν για βράδυ.
ΚΕΦ.1Ο
§22-24
Ο Λύσανδρος την επόμενη νύχτα,
αφού είχε ήδη ξημερώσει, έδωσε σήμα (στους ναύτες), αφού γευματίσουν να
επιβιβαστούν στα πλοία και ετοίμασε τα πάντα για ναυμαχία, παράλληλα δε
τοποθετούσε στα πλευρά των πλοίων τα προστατευτικά από τα βέλη των εχθρών
δερμάτινα παραπετάσματα, δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν θα κινηθεί κανείς από
την παράταξη, ούτε θα ανοιχτεί στο πέλαγος. Οι Αθηναίοι πάλι με την ανατολή του
ηλίου παρατάχτηκαν για ναυμαχία μπροστά στο λιμάνι σε μετωπική διάταξη. Επειδή
όμως ο Λύσανδρος δεν έβγαλε και αυτός τα πλοία από το λιμάνι και ήδη άρχιζε να
νυχτώνει, γύρισαν πάλι πίσω στους Αιγός ποταμούς. Παράλληλα ο Λύσανδρος πρόσταξε
τα γρηγορότερα από τα πλοία να ακολουθήσουν πρώτα τους Αθηναίους, αφού
παρατηρήσουν τι κάνουν όταν βγουν στη στεριά, να γυρίσουν πίσω και να του
αναφέρουν. Και δεν άφησε ο Λύσανδρος τους ναύτες να βγουν από τα καράβια παρά
μόνο αφού γύρισαν αυτά. Αυτή την τακτική συνέχιζε (ο Λύσανδρος) για τέσσερις
μέρες· Και οι Αθηναίοι έβγαιναν επανειλημμένα στη θάλασσα για να συγκρουστούν.
ΚΕΦ. 1Ο §25-26
Παράλληλα ο
Αλκιβιάδης επειδή παρατήρησε από τα τείχη αφενός ότι οι Αθηναίοι είχαν
αγκυροβολήσει σε ανοιχτή θάλασσα και όχι κοντά σε κάποια πόλη, έπειτα ότι
αναζητούσαν τα αναγκαία από τη Σηστό που απείχε δεκαπέντε στάδια από τα πλοία,
ότι οι εχθροί ήταν αγκυροβολημένοι κοντά σε λιμάνι και πόλη και να έχουν τα
πάντα, τους είπε ότι δεν είναι αγκυροβολημένοι σε σωστό σημείο αλλά τους
συμβούλεψε να μετακινηθούν στη Σηστό κοντά σε λιμάνι δηλαδή και σε πόλη εάν
είστε εκεί είπε θα ναυμαχήσετε όταν το θελήσετε. Αλλά οι στρατηγοί, κυρίως ο
Μένανδρος και ο Τυδέας του είπαν να φύγει γιατί είπαν ότι εκείνοι τώρα είναι
στρατηγοί και όχι εκείνος. Και αυτός αποχώρησε.
ΚΕΦ.1Ο
§27
Ο Λύσανδρος τότε αφού ήδη ήταν η
Πέμπτη ημέρα για τους Αθηναίους, αφότου έπλεαν εναντίον του, είπε σ΄ αυτούς που τους ακολουθούσαν κατ΄ εντολή του, όταν
διαπιστώσουν ότι αυτοί έχουν αποβιβαστεί στην και ότι έχουν διασκορπιστεί στη
Χερρόνησο (πράγμα το οποίο έκαναν πολύ συχνά κάθε μέρα επειδή και αγόραζαν τα
τρόφιμα από μακριά και περιφρονούσαν τον Λύσανδρο, γιατί δεν έβγαζε και αυτός
τα πλοία στο ανοιχτό πέλαγος) την ώρα που γυρίζουν με τα πλοία πάλι σ’ αυτόν να
υψώσουν την ασπίδα στο μέσο της διαδρομής. Και εκείνοι πραγματοποίησαν αυτά
όπως πρόσταξε.
ΚΕΦ.1Ο
§ 28-29
Ο Λύσανδρος τότε αμέσως έδωσε το
σύνθημα να πλεύσουν κατεσπευσμένα, ακολουθούσε και ο Θώρακας με το πεζικό. Ο
Κόνωνας μόλις είδε την επίθεση του εχθρικού στόλου, έδωσε σήμα στους ναύτες να
τρέξουν στα πλοία αμέσως, Επειδή όμως οι ναύτες είχαν διασκορπιστεί στην
στεριά, άλλα από τα πλοία ήταν με δύο σειρές κωπηλατών, άλλα με μία και άλλα
τελείως άδεια. Το πλοίο όμως του Κόνωνα και άλλα επτά γύρω του πλήρως
επανδρωμένα και η Πάραλος ανοίχτηκαν όλα μαζί στο πέλαγος, ο Λύσανδρος όμως
συνέλαβε τα’ άλλα στη στεριά. Και έπιασε αιχμαλώτους τους πιο πολλούς άνδρες
στη στεριά· οι υπόλοιποι ζήτησαν καταφύγιο στα κοντινά οχυρά. Στη συνέχεια ο
Κόνωνας, καθώς έφευγε με τα εννέα του πλοία αφού συνειδητοποίησε ότι ο στόλος
των Αθηναίων είχε καταστραφεί, αφού προσάραξε στην Αβαρνίδα το ακρωτήρι της
Λαμψάκου, πήρε από κει τα μεγάλα πανιά των πλοίων του Λυσάνδρου και ο ίδιος με
τα οκτώ πλοία κατευθύνθηκε προς την Κύπρο κοντά στον Ευαγόρα, ενώ η Πάραλος
στην Αθήνα για να αναγγείλει τα γεγονότα.
Κεφ.1ο
§30-32
Ο Λύσανδρος μετέφερε τα πλοία,
τους αιχμαλώτους και όλα τα άλλα στη Λάμψακο, και από τους στρατηγούς συνέλαβε
και άλλους και τον Φιλοκλέα και τον Αδείμαντο. Και τη μέρα που έκανε αυτά την
ίδια ακριβώς έστειλε στη Σπάρτη τον Θεόπομπο τον Μιλήσιο τον πειρατή για να
γνωστοποιήσει τα γεγονότα, ο οποίος αφού έφτασε την τρίτη ημέρα τα
γνωστοποίησε. Μετά από αυτά ο Λύσανδρος αφού κάλεσε τους συμμάχους τους διέταξε
να αποφασίσουν για τους αιχμαλώτους. Εκεί εκτοξεύονταν πολλές κατηγορίες εις
βάρος των Αθηναίων και για όσες παρανομίες είχαν κάνει και όσα είχαν αποφασίσει
να κάνουν να κόψουν δηλαδή το δεξί χέρι όλων αυτών που θα πιάνονταν ζωντανοί,
αν υπερίσχυαν στην ναυμαχία· και όταν κάποτε είχαν αιχμαλωτίσει δύο τριήρεις,
μια από την Κόρινθο και μια από την Άνδρο, έριξαν στη θάλασσα όλους τους άνδρες
απ’ αυτές. Ο Φιλοκλής ήταν στρατηγός των Σπαρτιατών ο οποίος και τους σκότωσε.
Και πολλά άλλα διατυπώνονταν και αποφάσισαν να σκοτώσουν αυτούς από τους
αιχμαλώτους που ήταν Αθηναίοι εκτός από τον Αδείμαντο, γιατί μόνο αυτός στην
εκκλησία του δήμου αντιτάχθηκε στο ψήφισμα για των ακρωτηριασμό των χεριών·
κατηγορήθηκε όμως από πολλούς ότι πρόδωσε το στόλο. Και ο Λύσανδρος, αφού πρώτα
ρώτησε τον Φιλοκλή, ο οποίος πέταξε στη θάλασσα τους Ανδρίους και τους
Κορινθίους τι του άξιζε να πάθει, αφού άρχισε πρώτος να παρανομεί εις βάρος των
Ελλήνων, τον καρατόμησε.
ΚΕΦ.
2Ο §1-2
Αφού λοιπόν ο Λύσανδρος
διευθέτησε τα πράγματα στη Λάμψακο, έπλεε προς το Βυζάντιο και την Καλχηδόνα.
Αυτοί τον υποδέχονταν στις πόλεις, αφού απελευθέρωσαν τους φρουρούς των
Αθηναίων με εγγύηση για την ασφάλειά τους· όσοι δε παρέδωσαν το Βυζάντιο στον
Αλκιβιάδη εκείνο τον καιρό κατέφυγαν στον Πόντο, αργότερα όμως στην Αθήνα και
έγιναν Αθηναίοι πολίτες. Στη συνέχεια ο Λύσανδρος έστελνε στην Αθήνα και τους
φρουρούς των Αθηναίων και όποιον άλλον έβλεπε Αθηναίο κάπου, εγγυώμενος για την
ασφάλεια μόνο όσων έπλεαν εκεί και όχι αλλού γιατί γνώριζε ότι τόσο πιο γρήγορα
θα εμφανιστεί έλλειψη τροφίμων, όσο περισσότεροι συρρεύσουν στην Αθήνα και τον
Πειραιά. Τέλος αφού άφησε τον Σθενέλαο το Λάκωνα ως διοικητή του Βυζαντίου και
της Καλχηδόνας, ο ίδιος, αφού γύρισε πίσω στη Λάμψακο, επισκεύαζε τα πλοία.
ΚΕΦ.2Ο §3-4
Στην άλλη
πλευρά μόλις η Πάραλος έφτασε στην Αθήνα, διαδίδονταν η συμφορά και σπαρακτική
κραυγή μεταδιδόμενη από τους φρουρούς των μακρών τειχών από τον Πειραιά έφτανε
στην Αθήνα, μεταφέροντας το μήνυμα ο ένας στον άλλο (το θλιβερό άγγελμα)·
κανείς λοιπόν δεν κοιμήθηκε εκείνη τη νύχτα όχι μόνο γιατί πενθούσαν όσους
είχαν χαθεί, αλλά πολύ περισσότερο γιατί θρηνούσαν οι ίδιοι τον εαυτό τους,
επειδή νόμιζαν ότι θα πάθουν τα ίδια που έκαναν στους Μηλίους, που ήταν άποικοι
των Λακεδαιμονίων, αφού υπερίσχυσαν με πολιορκία, και στους κατοίκους της
Ιστιαίας και στους Σκιωναίους και τους Τορωναίους και στους Αιγινήτες και άλλους
πολλούς από τους Έλληνες. Παράλληλα την επόμενη μέρα συγκάλεσαν λαϊκή συνέλευση στην οποία αποφάσισαν και τα
λιμάνια να επιχωματώσουν εκτός από ένα και τα τείχη να ενισχύσουν και να
τοποθετήσουν φρουρές και να προετοιμάσουν την πόλη σε όλα τ’ άλλα σαν να
επρόκειτο για πολιορκία.
Κεφ. 2ο §16-17
Ενώ η
κατάσταση έτσι είχε διαμορφωθεί, ο Θηραμένης είπε στην συνέλευση του λαού ότι,
αν θέλουν να στείλουν αυτόν στο Λύσανδρο, θα γυρίσει πίσω γνωρίζοντας για τους
Λακεδαιμονίους ποιο από τα δύο: (οι Λακεδαιμόνιοι) επιμένουν στην κατεδάφιση
των τειχών επειδή θέλουν να υποδουλώσουν την πόλη ή επειδή θέλουν να
εξασφαλίσουν κάποιες εγγυήσεις. Αφού λοιπόν στάλθηκε, έμεινε κοντά στον
Λύσανδρο τρεις μήνες και περισσότερο, περιμένοντας τη στιγμή που εξαιτίας της έλλειψης σιτηρών
οι Αθηναίοι επρόκειτο να αποδεχτούν τα πάντα, οτιδήποτε δηλαδή τους πρότεινε
κάποιος. Αφού λοιπόν γύρισε τον τέταρτο μην, είπε στη συνέλευση ότι μέχρι τότε
ο Λύσανδρος τον δέσμευε, έπειτα όμως τον πρόσταξε να πάει στη Σπάρτη· γιατί δεν
είχε την δικαιοδοσία να απαντήσει ο ίδιος στα ερωτήματα που υποβάλλονταν απ’
αυτόν, αλλά οι έφοροι. Μετά από αυτά ο ίδιος μαζί με άλλους εννιά εκλέχθηκε
πρεσβευτής για τη Σπάρτη με απόλυτη εξουσιοδότηση.
Κεφ. 2ο §18-19
Παράλληλα
ο Λύσανδρος έστειλε στους εφόρους μαζί με άλλους Σπαρτιάτες τον Αριστοτέλη, που
ήταν εξόριστος, για να τους αναγγείλει πως απάντησε στο Θηραμένη ότι εκείνοι
είναι αρμόδιοι σε θέματα ειρήνης και
πολέμου. Αφού λοιπόν ο Θηραμένης και οι άλλοι πρέσβεις βρίσκονταν στη Σελλασία,
και καθώς τους ρωτούσαν για ποιο λόγο είχαν έρθει, απάντησαν (ότι είχαν έρθει)
απόλυτα εξουσιοδοτημένοι για ειρήνη, οι έφοροι στη συνέχεια έδιναν εντολή να
τους καλέσουν (στην πόλη). Μόλις έφτασαν, συγκάλεσαν γενική συνέλευση στην
οποία οι Κορίνθιοι και προπάντων οι Θηβαίοι αλλά και πολλοί άλλοι Έλληνες
πρότειναν με πείσμα να μη συνάψουν ειρήνη με τους Αθηναίους αλλά να τους
αφανίσουν από προσώπου γης.
ΚΕΦ.2Ο §20-21
Οι
Λακεδαιμόνιοι όμως αρνήθηκαν να οδηγήσουν στο ζυγό ελληνική πόλη που είχε
προσφέρει σημαντική υποστήριξη κατά τις πιο κρίσιμες στιγμές που αντιμετώπισε η
Ελλάδα και αποφάσισαν να κάνουν ειρήνη με τον όρο αφού κατεδαφίσουν τα Μακρά
τείχη και τα τείχη γύρω από τον Πειραιά και παραδώσουν όλα τα καράβια εκτός από
δώδεκα και επαναπατρίσουν τους εξόριστους, θεωρώντας τον ίδιο με τους
Λακεδαιμονίους φίλο και εχθρό να τους ακολουθούν και στη στεριά και στη
θάλασσα, όπου τυχόν και αν τους οδηγούν ως επικεφαλής. Στη συνέχει ο Θηραμένης
και η πρεσβευτική του ακολουθία έπαιρναν τον δρόμο της επιστροφής
φέρνοντας αυτές τις ειδήσεις στην Αθήνα.
Και πλήθος κόσμου συνωστίζονταν γύρω τους τη ώρα που έμπαιναν στην πόλη, επειδή
ανησυχούσε μήπως είχαν επιτρέψει άπρακτοι· γιατί δεν υπήρχαν πια άλλα περιθώρια
για αναβολή, επειδή ήταν μεγάλος ο αριθμός αυτών που πέθαιναν από την πείνα.
ΚΕΦ. 2Ο §22-23
Την
επόμενη μέρα οι πρέσβεις διευκρίνιζαν με ποιους
όρους οι Λακεδαιμόνιοι έκαναν ειρήνη· και αγόρευε εξ ονόματος αυτών ο
Θηραμένης λέγοντας πως πρέπει να υπακούσουν στους Λακεδαιμονίους και να
αρχίζουν να κατεδαφίζουν τα τείχη. Και μολονότι πολλοί εναντιώθηκαν στις
απόψεις του, επειδή όμως πολλοί περισσότεροι συμφώνησαν, αποφάσισαν να δεχτούν
την ειρήνη. Στη συνέχεια ο Λύσανδρος έπλεε ολοταχώς προς τον Πειραιά και οι
εξόριστοι γύριζαν στην πατρίδα και, ενώ ακούγονταν η μελωδία από τις
αυλητρίδες, γκρέμιζαν τα τείχη με περισσή προθυμία, επειδή πίστευαν ότι εκείνη
η μέρα ήταν η αρχή της ελευθερίας για την Ελλάδα.
ΚΕΦ.3Ο §50
Μόλις ο
Θηραμένης, αφού είπε αυτά σίγησε και η βουλή αυθόρμητα συγκατάνευσε με φωνές
επιδοκιμασίας, ο Κριτίας επειδή συνειδητοποίησε ότι αν επιτρέψει τη βουλή να
αποφασίσει γι’ αυτόν, θα ξεφύγει και επειδή έκρινε ότι του ήταν αδύνατο να
ανεχτεί κάτι τέτοιο, αφού πλησίασε και αντάλλαξε λίγα λόγια με τους τριάκοντα,
βγήκε έξω και πρόσταξε τους οπλισμένους με μαχαίρια να πάρουν θέση μέσα στη
βουλή σε φανερό σημείο κοντά στις δρύινες διαχωριστικές κατασκευές.
ΚΕΦ. 3Ο §51
Στη συνέχεια, αφού μπήκε πάλι
μέσα, είπε: « Εγώ, βουλευτές, πιστεύω ότι αυτό είναι καθήκον ηγέτη καθώς πρέπει,
όταν διαπιστώνει ότι οι φίλοι του πέφτουν θύματα απάτης (εξαπατώνται) να μην το
επιτρέπει. Και λοιπόν αυτό θα κάνω. Γιατί και αυτοί εδώ που έχουν πάρει θέση
κοντά στα διαχωριστικά δηλώνουν κατηγορηματικά ότι δεν θα μας το επιτρέψουν, αν
σκοπεύουμε να αφήσουμε ελεύθερο άνδρα που φανερά προσπαθεί να βλάψει το
ολιγαρχικό πολίτευμα. Στην πρόσφατη βεβαία νομοθεσία υπάρχει όρος κανένας απ’
αυτούς που συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο των τρισχιλίων να μην καταδικάζεται
σε θάνατο χωρίς την δικιά σας καταδικαστική ψήφο, οι τριάκοντα όμως να έχουν
την επιστασία αυτών (ή: να είναι αρμόδιοι γι’ αυτούς) που δεν ανήκουν στον
κατάλογο και φυσικά το δικαίωμα να τους θανατώνουν. Εγώ, λοιπόν, είπε βγάζω
αυτόν εδώ τον Θηραμένη από τον κατάλογο, με την ομόφωνη απόφαση όλων μας. Και
εμείς, είπε, τον καταδικάζουμε σε θάνατο.»
ΚΕΦ.
3Ο §52
Ο Θηραμένης μόλις άκουσε αυτά
πήδησε στην εστία και είπε: «Εγώ συμπολίτες καταφεύγω στην πιο δίκαιη απ’ όλες
παράκληση, να μην είναι δηλαδή στο χέρι του Κριτία να διαγράφει ούτε εμένα ούτε
όποιον τυχόν από σας θέλει, αλλά σύμφωνα με τον νόμο που οι ίδιοι ψήφισαν για
όσους βρίσκονται στον κατάλογο, σύμφωνα με αυτόν να κρινόμαστε.»
ΚΕΦ.
30 §53
«Και δεν αγνοώ βέβαια, είπε, για
τ’ όνομα των θεών αυτό, ότι δηλαδή αυτός εδώ ο βωμός δεν θα με προστατέψει
καθόλου, αλλά θέλω και αυτό να αποδείξω, ότι δηλαδή αυτοί δεν είναι μόνο πάρα
πολύ άδικοι απέναντι στους θεούς αλλά και πάρα πολύ ασεβείς απέναντι στους
θεούς. Απορώ όμως με σας, άνδρες καλοί και ενάρετοι, που δεν θα βοηθήσετε τους
ίδιους σας τους εαυτούς, και μάλιστα ενώ ξέρετε ότι το δικό μου όνομα δεν
σβήνεται καθόλου πιο εύκολα από τον κατάλογο απ’ ότι το όνομα του καθενός από
σας.». Μετά από αυτό ο κήρυκας των Τριάκοντα πρόσταξε τους ένδεκα να
κατευθυνθούν προς τον Θηραμένη· και εκείνοι, αφού μπήκαν μέσα μαζί με την
ακολουθία τους με επικεφαλής τον Σάτυρο, που ήταν θρασύτατος και αναιδέστατος,
πήρε τον λόγο ο Κριτίας· «Σας παραδίδουμε, είπε, αυτόν εδώ τον Θηραμένη που
έχει καταδικαστεί σύμφωνα με τον νόμο. Εσείς, λοιπόν, αφού τον συλλάβετε και
τον οδηγήσετε εκεί που πρέπει, να ασχοληθείτε με τα περαιτέρω.»
ΚΕΦ.
3Ο §54-56
Μόλις είπε αυτά ο Κριτίας,
τραβούσε αφενός από τη μια μεριά ο Σάτυρος, τραβούσαν αφετέρου και οι υπηρέτες.
Ο Θηραμένης, όπως ήταν φυσικό, καλούσε και θεούς και ανθρώπους να
παρακολουθήσουν ως μάρτυρες αυτά που γινόταν. Οι βουλευτές έμειναν αδιάφοροι
όμως επειδή έβλεπαν ότι και αυτοί στα διαχωριστικά κιγκλιδώματα ήταν ίδιοι με
τον Σάτυρο και ότι ο χώρος μπροστά από το βουλευτήριο ήταν γεμάτος από φρουρούς
και επειδή ήξεραν ότι ήταν εκεί οπλισμένοι με μαχαίρια. Τότε οι ένδεκα έσυραν
τον άνδρα μέσα από την αγορά, ενώ αυτός φανέρωνε με πολύ δυνατή φωνή αυτά που
πάθαινε. Αναφέρεται και ένας λόγος που τον εκφράζει ιδιαίτερα. Μόλις ο Σάτυρος
του είπε ότι θα κλάψει πικρά αν δεν σωπάσει, εκείνος απάντησε ρωτώντας: «Κι αν σωπάσω
άραγε, είπε, δεν θα κλάψω πικρά;». Και αφού, λοιπόν, ήπιε το κώνειο επειδή
αναγκάστηκε να πεθάνει, αφού έριξε σταγόνα σταγόνα ό,τι απέμεινε στο ποτήρι του
(ή αφού έπαιξε τον κότταβο με ό,τι απέμεινε), είπε: «Αυτό ας είναι για τον
όμορφο Κριτία.». Και δεν αγνοώ βέβαια τούτο, ότι δηλαδή αυτά δεν είναι σπουδαία
αποφθέγματα, εκείνο όμως το χαρακτηριστικό του άνδρα θεωρώ αξιοθαύμαστο, το ότι
δηλαδή ούτε η ετοιμότητα ούτε η σκωπτική διάθεση έλειψαν από την ψυχή του παρόλο
που ο θάνατος ήταν κοντά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου